Κρατάτε γερά !


Σε όσους απέμειναν όρθιοι: Καρτερία και Ευψυχία !

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015

Η λέξεις τής ημέρας: ὓβρις → ἂτη → νέμεσις → τίσις

Η ύβρις ήταν βασική έννοια της κοσμοθεωρίας των αρχαίων Ελλήνων. […] Αποδίδοντας την αντίληψη σχετικά με την ύβρη και τις συνέπειές της, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην αρχαιότερή της μορφή, με το σχήμα βρις→τη→νέμεσις→τίσις μπορούμε να πούμε ότι οι αρχαίοι πίστευαν πως μια «ὕβρις» συνήθως προκαλούσε την επέμβαση των θεών, και κυρίως του Δία, που έστελνε στον υβριστή την «την», δηλαδή το θόλωμα, την τύφλωση του νου. Αυτή με τη σειρά της οδηγούσε τον υβριστή σε νέες ύβρεις, ώσπου να διαπράξει μια πολύ μεγάλη α-νοησία, να υποπέσει σε ένα πολύ σοβαρό σφάλμα, το οποίο προκαλούσε την «νέμεσιν», την οργή και εκδίκηση δηλαδή των θεών, που επέφερε την «τίσιν», δηλ. την τιμωρία και τη συντριβή/καταστροφή του. Από την κλασική εποχή και μετά, σε πολλές περιπτώσεις οι έννοιες Άτη, Δίκη και Νέμεσις φαίνεται να αποκτούν στη συνείδηση των ανθρώπων ισοδύναμη σημασία, αυτήν της θείας τιμωρίας. Αναλυτικότερα:
Ύβρις (βρις): στην κλασική ελληνική ηθική και θρησκευτική σκέψη, η οίηση, η αλαζονεία, η οποία υποδηλώνει ασέβεια και περιφρόνηση του μέτρου και των ορίων που διέπουν τις ανθρώπινες πράξεις στο πλαίσιο της τάξης του σύμπαντος. Είναι η αμαρτία στην οποία είναι περισσότερο επιρρεπείς οι ισχυροί και προικισμένοι άνθρωποι.
Η έννοια, γνωστή ήδη στον Όμηρο, αναπτύσσεται περισσότερο στη Θεογονία του Ησιόδου και στον Πίνδαρο. Ο υβριστής διαταράσσοντας την τάξη του Σύμπαντος, εγγυητής της οποίας είναι ο Ζευς, προκαλεί πάντοτε τη μήνιν των θεών. Η Νέμεσις και η Άτη, μοιραία θα επιφέρουν τη συντριβή του. Τούτο δηλώνεται σαφέστερα στην κλασική ελληνική τραγωδία, όπου η ύβρις είναι συνήθως το βασικό σφάλμα του τραγικού ήρωα. Το απλούστερο ίσως παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του Ξέρξη στους Πέρσες του Αισχύλου: η αλαζονεία του να γεφυρώσει τον Ελλήσποντο με πλοία, αποτελεί αυθάδεια προς τη φύση, διότι μετέβαλε τη θάλασσα σε στεριά. Τιμωρείται με τη συντριπτική ήττα των Περσών στη Σαλαμίνα.
ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ - LAROUSSE - BRITANNICA
(ΠΑΠΥΡΟΣ, 2007, Τόμος 51, σελ. 152-153)



Άτη (τη): 1. σύγχυση, παραλογισμός, απερίσκεπτη παρόρμηση που προκαλείται από πλάνη, τύφλωση που στέλνεται από τους θεούς, σε Όμηρ.· απ’ όπου, η Άτη προσωποποιημένη είναι η θεά της βλάβης και της απερίσκεπτης συμπεριφοράς, Άτη, ή πάντας αάται, σε Όμηρ. Ιλ.· οι Λιταί έρχονται μετά από αυτή, θεραπεύοντας το κακό που εκείνη έχει διαπράξει, στο ιδ.
2. λέγεται για τις συνέπειες, α. απερίσκεπτη ενοχή ή αμαρτία, όπως αυτή του Πάρη, στο ιδ. β. όλεθρος, καταστροφή, σε Όμηρ., Τραγ.· λέγεται για πρόσωπα, ολέθριος, καταστροφικός, σε Αισχύλ., Σοφ.
LIDDELL & SCOTT, Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης
(ΕΥΡΩΕΚΔΟΤΙΚΗ, 2009, τόμος πρώτος, σελ. 217)

Αγαμέμνων: φταίει η Άτη

Απολογούμενος για την απερίσκεπτη συμπεριφορά που επέδειξε προς τον Αχιλλέα  -η οποία τον οδήγησε στην παραλυτική διένεξη- ο Αγαμέμνων, στην Ίλιάδα (Τ 86-95), προβάλλει το σφάλμα του σε ένα εξωγενή παράγοντα. Φταίει η Άτη, όχι ο ίδιος! Και εξηγεί το modus operandi της αλληγορικής θεότητας. Κατά τη διατύπωση του η Άτη (η οποία ήταν κατ' εξοχήν αρνητική έννοια για τους ρασιοναλιστές ήρωες του Ομήρου) λειτουργεί με μια αδήριτη, παροιμιώδη κανονικότητα.
Πρώτα-πρώτα, προερχομένη από τον Δία, τη Μοίρα και την Ερινύα, υπεισέρχεται μ' όλη της την αγριότητα στις φρένες ενός ανθρώπου ή θεού. […] «καθιστά επιπόλαιους» τους πάντες, τους βλάπτει, […] και «πάντα τους αλυσοδένει τα πόδια». Το «παραπάτημα» αναφέρεται μεταφορικά στις διαταράξεις των διανοητικών ικανοτήτων ενός θνητού ή θεού, οι οποίες εδρεύουν στις φρένες. Και είναι αποτέλεσμα, όπως τονίζει στην αρχή της ομιλίας του ο Αγαμέμνων, της σιωπηλής και ανεπαίσθητης επιδρομής αυτής της θεότητας.
Για να συμπληρώσω τη σχετική ανάλυση του Dodds, η Άτη είναι μια διανοητική και γνωσιακή αποτυχία, η οποία αναπόφευκτα ζημιώνει άμεσα τη διαπροσωπική σχέση ανάμεσα στο θύμα της και το κοινωνικό του περιβάλλον. Είτε είναι ad hoc επινόημα του ποιητή είτε όχι, η θεότητα αυτή αντανακλά την, εκ των υστέρων, αξιολόγηση μιας ανόητης πράξης και της εξωτερικής ζημιάς που αυτή προκάλεσε. […]
Ιωάννης Πετρόπουλος[1]: απόσπασμα από το Μαγεία και παραφροσύνη στον Όμηρο
(Από τον τόμο Η Μαγεία στην Αρχαία Ελλάδα, ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ (EIE), 2008, σ. 45-46)



[1] Αναπληρωτής Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Νέμεσις: αρχαιότατη θεότητα, που μαζί με την Τύχη, την Άτη, τη Θέμιδα, την Ειμαρμένη και τις Μοίρες προσωποποιεί την έννοια της δικαιοσύνης, της αποκατάστασης της τάξης (όπου και όταν αυτή διαταράσσεται) και της ανθρώπινης μοίρας.
Στην ομηρική ποίηση, η Νέμεσις δεν αναφέρεται ως θεά, αλλά ως εθιμική ανάγκη τιμωρίας των ασεβών. Για πρώτη φορά στον Ησίοδο γίνεται λόγος για την κόρη του Ωκεανού και της Νυχτός, τη σύντροφο της Αιδούς και της Θέμιδος (Θεογ. 223· Έργα 200). […] Η Νέμεσις είναι μια από τις δυσκολότερες ως προς την ερμηνεία τους θεότητες του ελληνικού πανθέου. Το όνομά της (από το «νέμειν») δηλώνει αυτήν που παρέχει δώρα στους λατρευτές της. Σημαίνει, όμως, και τη δίκαιη θεϊκή οργή που στρέφεται σε όποιους θνητούς καταπατήσουν την τάξη της φύσης και διέπραξαν ύβρη. Όταν η Θέμις (δηλαδή η κοσμική τάξη) περιφρονείται, τότε επέρχεται η Νέμεσις (δηλαδή η τιμωρία των αλαζόνων). Η Νέμεσις εκφράζει, δηλαδή, μια αντίληψη γνήσια ελληνική. Με το πρίσμα αυτό ερμηνεύτηκε η ήττα των Περσών στον Μαραθώνα: οι Πέρσες έφεραν μαζί τους ογκόλιθο παριανού μαρμάρου, για να στήσουν το τρόπαιό τους, σίγουροι για την τελική νίκη τους· γι’ αυτό τιμωρήθηκαν και ο ογκόλιθος αυτός χρησιμοποιήθηκε τελικά για το άγαλμα της Νεμέσεως στον Ραμνούντα […]
ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΠΑΠΥΡΟΣ - LAROUSSE - BRITANNICA

(ΠΑΠΥΡΟΣ, 2007, Τόμος 38, σελ. 536-537)

Τίσις: 1. απότιση, ανταπόδοση, εκδίκηση, σε Ομηρ. κ.λπ.· τίσιν δούναι τινός, τιμωρούμαι για κάποια πράξη, Λατ. poenas dare, σε Ηροδ.· κασιγνήτου τίσις, υπερ αυτού, σε Σοφ.· στον πληθ., Οροίτεα τίσιες μετήλθον (όπου μπορεί να θεωρηθεί προσωποποιημένο, οι Εκδικήτριες, όπως οι Ερινύες), σε Ηροδ. 2. δύναμη εκδίκησης η ανταπόδοσης, με θετική και αρνητική σημασία σε Θέογν.
LIDDELL & SCOTT, Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης
(ΕΥΡΩΕΚΔΟΤΙΚΗ, 2009, τόμος τρίτος, σελ. 1302)